Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2016

"ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΑΚΙ ΜΕ ΤΑ ΣΠΙΡΤΑ"


Έπεφτε πυκνό χιόνι και κόντευε να νυχτώσει. Ήταν η τελευταία βραδιά του χρόνου, η παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Μέσα σ' εκείνο το κρύο και σ' εκείνο το σκοτάδι, ένα φτωχό κοριτσάκι περπατούσε στο δρόμο, χωρίς να φοράει τίποτα στο κεφάλι, ούτε στα πόδια του. Η αλήθεια είναι πως, όταν βγήκε από το σπίτι της, φορούσε παντούφλες, αλλά δεν της κράτησαν πολύ: ήταν κάτι μεγάλες παντούφλες, που τις είχε λιώσει η μητέρα της, τόσο μεγάλες ώστε η μικρή τις έχασε, καθώς έτρεξε να περάσει το δρόμο, ανάμεσα σε δυο αμάξια που λίγο έλειψε να την χτυπήσουν.


Τη μια την έχασε. Την άλλη, τη βρήκε ένα παιδί και την πήρε μαζί του, για να τη δώσει στην αδερφούλα του, να την κάνει κούνια για την κούκλα της. Το κοριτσάκι βάδιζε ξυπόλητο και τα πόδια του είχανε μελανιάσει από το κρύο. Μέσα στην τσέπη της κουρελιασμένης ποδιάς της είχε ένα σωρό σπίρτα. Στο χέρι της κρατούσε κι άλλα κουτιά γεμάτα, γιατί αυτή τη δουλειά έκανε: πουλούσε κουτιά με σπίρτα στους δρόμους. Όμως εκείνη την ημέρα δεν είχε πουλήσει ούτε ένα κουτί, γιατί οι άνθρωποι έτρεχαν να προφυλαχτούν από το κρύο κι από το χιόνι, και κανείς δε στεκόταν για ν' αγοράσει σπίρτα. Δεν είχε πουλήσει ούτε ένα κουτί και δεν είχε ούτε μια δεκάρα στην τσέπη της. Το κοριτσάκι πεινούσε και κρύωνε κι ήταν αδύνατο, κι έτρεμε ολόκληρο. 

Η καημένη η μικρούλα! Οι νιφάδες του χιονιού έπεφταν στα ξανθά της μαλλιά, που σχημάτιζαν μπούκλες γύρω απ' το λαιμό της. Τα φώτα έκαναν να λάμπουν τα τζάμια των παραθυριών κι έφτανε ως το δρόμο η μυρωδιά από τα πουλερικά που έψηναν στις κουζίνες. Ήταν παραμονή της Πρωτοχρονιάς, σε μια γωνιά, ανάμεσα σε δυο σπίτια. Το κοριτσάκι πάγωνε όλο και πιο πολύ, αλλά δεν τολμούσε να γυρίσει σπίτι της: θα πήγαινε τα κουτιά με τα σπίρτα, κι ούτε μια δεκάρα. Ο πατέρας της θα τη μάλωνε κι άλλωστε, μήπως και μέσα στο σπίτι της δεν έκανε τόσο κρύο; Έμεναν ψηλά, σε μια σοφίτα, κι ο άνεμος φυσούσε ανάμεσα απ' τις τρύπες της σκεπής, μ' όλο που τις πιο μεγάλες τις είχανε βουλώσει με άχυρο και με κουρέλια.  

Τα καημένα τα χεράκια της δεν τα 'νιωθε πια από το πολύ το κρύο. Ένα σπίρτο θα τα ζέσταινε λιγάκι. Αν τολμούσε να βγάλει ένα, μονάχα ένα, απ' το κουτί και να τ' ανάψει να ζεστάνει τα δάχτυλά της; Τράβηξε ένα: κριτς! Πώς έλαμψε! Πώς άναψε! Ήτανε μια φλογίτσα καθαρή και ζεστή κι έμοιαζε με κεράκι, καθώς τη σκέπασε με τις χούφτες της. Τι παράξενο φως! Έμοιαζε τώρα μ' ένα κοριτσάκι, καθισμένο μπροστά σε μια μεγάλη σιδερένια σόμπα, που το σκέπασμά της ήτανε γυαλιστερό. Η φωτιά έκαιγε εκεί μέσα τόσο υπέροχα και ζέσταινε τόσο καλά! Αλλά τι έγινε; Μόλις το κοριτσάκι άπλωσε τα ποδαράκια του για να τα ζεστάνει, η φλόγα έσβησε και η σόμπα εξαφανίστηκε. 

Η μικρούλα βρέθηκε καθισμένη στη γωνιά της, ανάμεσα σε δυο σπίτια, και κρατούσε στο χέρι της ένα σπίρτο καμένο. Άναψε και δεύτερο σπίρτο, και, καθώς η λάμψη έπεσε πάνω στον τοίχο του σπιτιού, το κοριτσάκι μπορούσε τώρα να δει ένα μεγάλο δωμάτιο, όπου ήταν στρωμένο ένα τραπέζι, με κάτασπρο τραπεζομάντιλο, με πιάτα από πορσελάνη που αστραφτοκοπούσαν και ο τοίχος έγινε διάφανος σαν ατμός. με μια μεγάλη πιατέλα, όπου μια χήνα ψητή άχνιζε και σκόρπιζε μια ορεχτική ευωδιά. 

Τι έκπληξη! Τι ευτυχία! Ξαφνικά, η ψημένη χήνα πήδησε από την πιατέλα και κύλησε στο πάτωμα, με το πιρούνι και το μαχαίρι καρφωμένα απάνω της. Κι η ψημένη χήνα κύλησε ως εκεί που καθότανε το φτωχό κοριτσάκι. Αλλά το σπίρτο έσβησε και, μπροστά στη μικρούλα, ορθώθηκε πάλι ο χοντρός και κρύος τοίχος των σπιτιών. Άναψε αμέσως και τρίτο σπίρτο. Και τότε το φτωχό κοριτσάκι είδε πως καθόταν κάτω από ένα υπέροχο Χριστουγεννιάτικο δέντρο. Ήτανε πιο μεγάλο και πιο πλούσια στολισμένο, από κείνο που είχε δει, τα περασμένα Χριστούγεννα μέσα από τη τζαμένια πόρτα, στο μέγαρο του πλούσιου εμπόρου. 

Χίλια κεράκια ήταν αναμμένα πάνω στα πράσινα κλαδιά του και κάτι πολύχρωμες εικόνες, σαν εκείνες που στολίζουν τις βιτρίνες των μαγαζιών, θαρρείς και της χαμογελούσαν. Το φτωχό κοριτσάκι σήκωσε τα δυο του χεράκια. Το σπίρτο έσβησε. Όλα τα κεράκια του Χριστουγεννιάτικου δέντρου ανέβαιναν, ανέβαιναν και τότε είδε πως δεν ήταν κεράκια, αλλά αστέρια. Ένα απ' αυτά τ' αστέρια έπεσε και χάραξε μια φωτεινή γραμμή στον ουρανό. «Κάποιος πεθαίνει», μουρμούρισε το κοριτσάκι. Γιατί η γιαγιά του, που μόνο εκείνη ήτανε καλή γι' αυτό, αλλά δεν ζούσε πια, έλεγε συχνά: «Όταν πέφτει ένα αστέρι, μια ψυχούλα ανεβαίνει στο Θεό».

Το φτωχό κοριτσάκι άναψε άλλο σπίρτο. Μέσα στη λάμψη του, παρουσιάστηκε η γιαγιά της που της χαμογελούσε. «Γιαγιά», φώναξε η μικρούλα, «πάρε με μαζί σου». «Όταν θα σβήσω το σπίρτο, ξέρω πως δεν θα είσαι πια εδώ. Θα χαθείς, όπως χάθηκαν η αναμμένη σόμπα, η ψημένη χήνα και το Χριστουγεννιάτικο δέντρο.» Πήρε το κοριτσάκι στην αγκαλιά της η γιαγιά και πέταξαν κι οι δυο χαρούμενες, μέσα σ' εκείνη τη λάμψη. Δεν υπήρχε πια ούτε κρύο, ούτε πείνα, ούτε αγωνία. Ήταν κοντά στο Θεό!




ΧΑΝΣ ΚΡΙΣΤΙΑΝ ΑΝΤΕΡΣΕΝ




Παρακολουθήστε ένα όμορφο βίντεο -βαθύτατα συγκινητικό- με το θαυμάσιο αυτό παραμύθι! Μας δίνει την ευκαιρία να προβληματιστούμε και να διορθώσουμε τη συμπεριφορά μας, προσφέροντας αληθινές, μικρές πράξεις αγάπης, σε όσους τις έχουν ανάγκη. Στις μέρες μας είναι τόσοι πολλοί αυτοί που υποφέρουν από τη φτώχεια και την εξαθλίωση και αρκετοί από αυτούς κυκλοφορούν άστεγοι και πεινασμένοι.

Κυρίως, ας σκεφτούμε τα μικρά παιδιά... Προσφέροντάς τους τρόφιμα, ρούχα, παιχνίδια, φάρμακα, μια ζεστή αγκαλία, ένα γλυκο λόγο, ένα τρυφερό φιλί, όχι μόνο την περίοδο των Χριστουγέννων, αλλά και όλο το χρόνο, θα τα κάνουμε να νιώσουν ευτυχία και χαρά. Η αξία της προσφοράς είναι πολύ σπουδαία, καθώς θα χαρίσει και σ' εμάς ανάλογα συναισθήματα και την ικανοποίηση ότι κάποιοι συνάνθρωποί μας θα χαμογελάσουν ξανά...

Πρωτοχρονιάτικο παραμύθι – Πηνελόπη Δέλτα




ΜΙΑ ΠΑΡΑΜΟΝΗ Πρωτοχρονιάς, χωμένο στη γωνία μιας εξώπορτας, κάθουνταν ένα αγοράκι και κοίταζε το αντικρινό φωτισμένο παράθυρο. Είχε νυχτώσει νωρίς, και το χιόνι σκέπαζε τις πλάκες του δρόμου, τα φανάρια, τα δέντρα και τις στέγες των σπιτιών, πράμα σπάνιο στην Αθήνα.
Το κρύο ήταν δυνατό, και τυλιγμένος στο παλιωμένο και σκισμένο ρουχάκι του, όλο και περισσότερο χώνουνταν ο Βασίλης στη γωνιά της εξώπορτας, για να ξεφύγει από το βοριά που τον πάγωνε ως τα κόκαλα. Μα τα μάτια του έμεναν καρφωμένα στο φωτισμένο παράθυρο του αρχοντόσπιτου, αντίκρυ του.
«Πρωτοχρονιά αύριο», μουρμούρισε, «διασκεδάζουν εκεί μέσα».
Εκεί μέσα κείτουνταν ένα παιδί, με λιωμένο αχνό πρόσωπο.
Κουτιά γεμάτα μπογιές, μολυβένια στρατιωτάκια, ζώα ξύλινα, σιδηρόδρομοι και καραβάκια, που σκέπαζαν το κρεβάτι του, έστεκαν άγγιχτα. Τ’ αδύνατα χεράκια του έμεναν ακίνητα στο σεντόνι απάνω’ δεν κοίταζε καν τα πλούσια δώρα γύρω του. Το κουρασμένο βλέμμα του ήταν καρφωμένο στο παράθυρο όπου, στα σκοτεινά, άσπριζαν τα χιόνια της αντικρινής στέγης.
-Τι συλλογίζεσαι, Βασιλάκη; ρώτησε η μητέρα του.
– Κοίταζα τα χιόνια, αποκρίθηκε ο μικρός, και συλλογίζουμουν τη χαρά να τρέχεις στους δρόμους, να βουτάς στα χιόνια, να τα μαζεύεις και να φτιάνεις μπάλες, και να τις τινάζεις στους περαστικούς, όπως στη ζωγραφιά του βιβλίου μου, εκεί που είδα και το χριστουγεννιάτικο δέντρο με τα πολλά κεράκια… Αλήθεια, μητέρα, λες να βρήκε ο Νικόλας δέντρο τέτοιο εδώ;
-Ναι, παιδί μου, βρήκε, και θα σου το φέρει τώρα στολισμένο. Δεν είναι πολύ μεγάλο όπως στη ζωγραφιά του βιβλίου σου, μα το στόλισε ο πατέρας σου… και είναι πολύ όμορφο… Είσαι ευχαριστημένος;
-Ναι, είπε ο Βασιλάκης χωρίς ενθουσιασμό.
Εκείνη την ώρα άνοιξε η πόρτα. Δυο υπηρέτες έφεραν μέσα ένα

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΟΠΙΤΑΣ



Ο Μέγας Βασίλειος ήταν δεσπότης της Καισαρείας της Καππαδοκίας στη Μικρά Ασία πριν 1500 περίπου χρόνια, και ζούσε αρμονικά με τους συνανθρώπους του, με αγάπη ,κατανόηση και αλληλοβοήθεια.Κάποια μέρα όμως ένας αχόρταγος στρατηγός-τύραννος της περιοχής ,ζήτησε να του δοθούν όλοι οι θησαυροί της πόλης της Καισαρείας ,αλλιώς θα την κατέστρεφε, Ο Δεσπότης , ο Μέγας Βασίλειος, που ήθελε να προστατέψει την πόλη μάζεψε από τους κατοίκους ότι χρυσαφικό είχαν και τα παρουσίασε στον στρατηγό ο οποίος ομάς με το που ακούμπησε τα χέρια του πάνω στα χρυσαφικά έγινε το θαύμα! Ένας καβαλάρης,ο Άγιος Μερκούριος και στρατιώτες του οι άγγελοι,αφάνισαν τον στρατό του στρατηγού και σώθηκε η πόλη.Τότε όμως,ο δεσπότης της,ο Μέγας Βασίλειος,βρέθηκε σε δύσκολη θέση,γιατί θα έπρεπε να μοιράσει τα χρυσαφικά στους κατόχους τους και ο καθένας να πάρει το δικό του ,Προσευχήθηκε λοιπόν ο Μέγας Βασίλειος και είπε στους διακόνους του να ζυμώσουν ψωμάκια,και μέσα να βάλουν λίγα χρυσαφικά.Τα μοίρασαν σαν ευλογία στους  κάτοικους της πόλης της Καισαρείας και η κάθε οικογένεια βρήκε στο ψωμάκι της τα δικά της κοσμήματα.Από τότε φτιάχνουμε κι εμείς τη βασιλόπιτα με το φλουριά μέσα ,την πρώτη μέρα του χρόνου ,την ημέρα που εορτάζουμε  τον Άγιο Βασιλειών ,για να θυμόμαστε έτσι το θαύμα του.

πηγή..Ieros Naos Theopatoron

Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2016

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ


  

ΕΙΔΑ ΧΘΕΣ ΒΡΑΔΥ ΣΤ ΟΝΕΙΡΟ ΜΟΥ
(Τέλλος 'Αγρας)

Είδα χθες βράδυ στ όνειρό μου,
το γεννημένο μας Χριστό,
τα βόδια επάνω Του εφυσούσαν,
όλο το χνώτο τους ζεστό.

Το μέτωπό Του ήταν σαν ήλιος,
και μέσα η φάτνη η φτωχική,
άστραφτε πιο καλά από μέρα,
με κάποια λάμψη μαγική.

Στα πόδια Του έσκυβαν οι Μάγοι,
κι
 έμοιαζε τ’ άστρο από ψηλά,
πως θα καθίσει σαν κορώνα,
στης Παναγίτσας τα μαλλιά.

Βοσκοί πολλοί και βοσκοπούλες,
τον προσκυνούσαν ταπεινά,
ξανθόμαλλοι άγγελοι εστεκόνταν,
κι έψελναν γύρω του «ωσαννά».

Μα κι από αγγέλους κι από μάγους,
δεν ζήλεψα άλλο πιο πολύ,
όσο της Μάνας Του το στόμα,
και το ζεστό ζεστό φιλί.

ΝΥΧΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΗ
(Γεώργιος Δροσίνης) 
Την άγια νύχτα τη Χριστουγεννιάτικη λυγούν τα πόδια
και προσκυνούν γονατιστά στη φάτνη τους τ
 άδολα βόδια.
Κι ο ζευγολάτης ξάγρυπνος θωρώντας τα σταυροκοπιέται
και λέει με πίστη απ’ της ψυχής τ' απόβαθα, Χριστός γεννιέται!

Την άγια νύχτα τη Χριστουγεννιάτικη κάποιοι ποιμένες
ξυπνούν από φωνές ύμνων μεσούρανες στη γη σταλμένες.
Κι ακούοντας τα Ωσαννά απ
 αγγέλω

ΠΑΖΛ ΑΡΚΟΥΔΑΚΙ


ΚΑΝΕ ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΚΑΙ ΠΑΙΞΕ !!!!!!

Click to Mix and Solve

Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2016

ΟΤΑΝ ΜΑΛΩΝΟΥΜΕ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ...


Για πολλούς γονείς (για να μην πούμε για όλους) υπάρχουν στιγμές που η φωνή και τα αισθήματα δεν ελέγχονται. Και τότε φωνάζουμε. Τι συμβαίνει, όμως, όταν φωνάζουμε στα παιδιά μας, και πώς μπορούμε να αλλάξουμε τη συμπεριφορά μας για το καλό τους;



Οι γονείς φωνάζουν όταν νιώσουν πως δεν μπορούν άλλο να διαχειριστούν μία κατάσταση, αλλά σπάνια αυτή η τακτική λύνει τα προβλήματα. Μπορεί να κάνει τα παιδιά να σταματήσουν να μιλάνε, ακόμα και να γίνουν πιο υπάκουα για λίγο καιρό, αλλά δεν πρόκειται να τα βοηθήσει να γίνουν καλύτερα. Κάνει τα παιδιά να μας φοβούνται και όχι να καταλαβαίνουν τις συνέπειες των πράξεών τους. Και αυτό είναι ιδιαίτερα κακό, μιας και τα παιδιά βασίζονται στους γονείς τους για να μάθουν τα πάντα, και ομοίως, χτίζουν τη συμπεριφορά τους. 

ΠΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΝΑ ΦΩΝΑΖΟΥΜΕ;
Όλοι ξέρουμε –καθώς όλοι το έχουμε ζήσει, ως παιδιά– πως αν αυξάνεται ο τόνος της φωνής, το μήνυμα δεν γίνεται πιο καθαρό. Αντ’ αυτού, θα κάνετε το παιδί σας να “κατεβάσει παντζούρια” και να μην πειθαρχεί. Επιπλέον, πρόσφατες μελέτες δείχνουν πως οι δυνατές φωνές κάνουν τα παιδιά πιο επιθετικά, σε σωματικό και λεκτικό επίπεδο. Τα τρομάζουν και τους δημιουργούν αισθήματα ανασφάλειας. Αντιθέτως, η ηρεμία κάνει το παιδί να καταλαβαίνει ότι βρίσκεται σε έναν χώρο που το αγαπούν και το δέχονται. Άλλες επιπτώσεις του να φωνάζουμε είναι οι εξής:
  • Το παιδί αρχίζει να φωνάζει και αυτό, καθώς πιστεύει ότι έτσι θα ακουστεί.
  • Αντιμιλάει συχνά, αλλά υψώνει και τη φωνή του.
  • Η σχέση σας δεν είναι σταθερή και υπάρχουν συχνές εκρήξεις οργής, με αποτέλεσμα να

ΜΗΝ "ΠΝΙΓΕΤΕ" TO ΠΑΙΔΙ ΣΑΣ ΣΤΑ ΔΩΡΑ!






Σε κάθε γιορτή έχουμε το ίδιο δίλημμα: Τι να τους πάρουμε, τα έχουν όλα. Τα παιδιά μας, τα ανίψια, τα βαφτιστήρια, τα παιδιά των φίλων, πριν προλάβουν να επιθυμήσουν κάτι, το έχουν κιόλας αποκτήσει. Και κάθε χρόνο, τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά, επαναλαμβάνεται η ίδια τελετουργία: Εμείς και όλοι οι υπόλοιποι μαζί τα πνίγουμε στα δώρα. Πριν κάνετε λοιπόν το κουμάντο σας και φέτος με τον Αϊ-Βασίλη, διαβάστε τις παρακάτω απαντήσεις στις πιο καίριες ερωτήσεις σχετικά με τα δώρα των παιδιών, τα καλά και τα στραβά τους.


1. ΓΙΑΤΙ ΧΑΡΙΖΟΥΜΕ ΤΟΣΑ ΠΟΛΛΑ ΔΩΡΑ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ;
Κατ’ αρχάς είμαστε όλοι παιδιά της εποχής μας. Όλα όσα βλέπουμε, δηλαδή, μας γεννούν επιθυμίες, ενώ κατά καιρούς όλοι μας μπερδεύουμε το «ευχαριστιέμαι» με το «ξοδεύω» και το «υπάρχω» με το «έχω». Έτσι και με τα παιδιά μας, συχνά τείνουμε να πιστέψουμε ότι
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger... Related Posts Plugin for WordPress, Blogger... Related Posts Plugin for WordPress, Blogger... Related Posts Plugin for WordPress, Blogger... Related Posts Plugin for WordPress, Blogger... Related Posts Plugin for WordPress, Blogger... Related Posts Plugin for WordPress, Blogger... Related Posts Plugin for WordPress, Blogger... Related Posts Plugin for WordPress, Blogger... Related Posts Plugin for WordPress, Blogger... Related Posts Plugin for WordPress, Blogger... Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...