Ο μικρός Αρλεκίνος ,κάθε απόγευμα,καθόταν στο παράθυρο, έβλεπε τους γελαστούς μασκαράδες που περνούσαν παρέες παρέες κάτω από το σπίτι του και μερικές φορές ένα δάκρυ
κυλούσε στο μαγουλάκι του.Θυμόταν πως ντυνόταν και αυτός μασκαράς μαζί με τον πάτερα του και τη μητέρα του και κάνανε βόλτες στη πλατεία του Αγίου Μάρκου με τα περιστέρια.
κυλούσε στο μαγουλάκι του.Θυμόταν πως ντυνόταν και αυτός μασκαράς μαζί με τον πάτερα του και τη μητέρα του και κάνανε βόλτες στη πλατεία του Αγίου Μάρκου με τα περιστέρια.
Τώρα πια ήταν όλα διαφορετικά!!!!! Ο πατέρας είχε πεθάνει και η μητέρα του με μεγάλη δυσκολία κατάφερνα να πληρώσει τα έξοδά τους.Σκούπιζε, λοιπόν, το δάκρυ του και χαιρετούσε τους γελαστούς μασκαράδες που του φώναζαν να κατέβει μαζί τους στο γλέντι.
Η μαμά του είδε το το κρυφό δάκρυ του Αρλεκίνου και ανέβηκε στη σοφίτα αποφασισμένη να βρει κάτι, έστω κι ένα παλιό ρούχο ,για να μασκαρέψει το λυπημένο παιδί της .Κάτι μικρά