Για πολλούς γονείς (για να μην πούμε για όλους) υπάρχουν στιγμές που η φωνή και τα αισθήματα δεν ελέγχονται. Και τότε φωνάζουμε. Τι συμβαίνει, όμως, όταν φωνάζουμε στα παιδιά μας, και πώς μπορούμε να αλλάξουμε τη συμπεριφορά μας για το καλό τους;
Οι γονείς φωνάζουν όταν νιώσουν πως δεν μπορούν άλλο να διαχειριστούν μία κατάσταση, αλλά σπάνια αυτή η τακτική λύνει τα προβλήματα. Μπορεί να κάνει τα παιδιά να σταματήσουν να μιλάνε, ακόμα και να γίνουν πιο υπάκουα για λίγο καιρό, αλλά δεν πρόκειται να τα βοηθήσει να γίνουν καλύτερα. Κάνει τα παιδιά να μας φοβούνται και όχι να καταλαβαίνουν τις συνέπειες των πράξεών τους. Και αυτό είναι ιδιαίτερα κακό, μιας και τα παιδιά βασίζονται στους γονείς τους για να μάθουν τα πάντα, και ομοίως, χτίζουν τη συμπεριφορά τους.
ΠΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΝΑ ΦΩΝΑΖΟΥΜΕ;
Όλοι ξέρουμε –καθώς όλοι το έχουμε ζήσει, ως παιδιά– πως αν αυξάνεται ο τόνος της φωνής, το μήνυμα δεν γίνεται πιο καθαρό. Αντ’ αυτού, θα κάνετε το παιδί σας να “κατεβάσει παντζούρια” και να μην πειθαρχεί. Επιπλέον, πρόσφατες μελέτες δείχνουν πως οι δυνατές φωνές κάνουν τα παιδιά πιο επιθετικά, σε σωματικό και λεκτικό επίπεδο. Τα τρομάζουν και τους δημιουργούν αισθήματα ανασφάλειας. Αντιθέτως, η ηρεμία κάνει το παιδί να καταλαβαίνει ότι βρίσκεται σε έναν χώρο που το αγαπούν και το δέχονται. Άλλες επιπτώσεις του να φωνάζουμε είναι οι εξής:
- Το παιδί αρχίζει να φωνάζει και αυτό, καθώς πιστεύει ότι έτσι θα ακουστεί.
- Αντιμιλάει συχνά, αλλά υψώνει και τη φωνή του.
- Η σχέση σας δεν είναι σταθερή και υπάρχουν συχνές εκρήξεις οργής, με αποτέλεσμα να